Στους βόρειους πρόποδες του Ολύμπου, σε περιοχή που εξασφαλίζει τον απόλυτο έλεγχο της στενής διάβασης από τη Μακεδονία στη Θεσσαλία, δεσπόζει το Δίον. Σε απόσταση μόλις επτά σταδίων από τις ακτές του Θερμαϊκού, το Δίον υπήρξε η κατ’ εξοχήν ιερή πόλη των Μακεδόνων και ο ιερός χώρος του Δία στην περιοχή αυτή. Έφτασε σε μεγάλη ακμή κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, αλλά και στα ρωμαϊκά χρόνια, καθώς ήταν μια από τις πρωιμότερες αποικίες των Ρωμαίων στο μακεδονικό χώρο.
Για πρώτη φορά μαρτυρείται η ύπαρξη της πόλης του Δίου στο Θουκυδίδη, όταν εξιστορεί την πορεία του Σπαρτιάτη στρατηγού Βρασίδα από τη Θεσσαλία στη Μακεδονία, το καλοκαίρι του 424 π.Χ.
Προς το τέλος του 5ου αιώνα π.Χ., σύμφωνα με τον ίδιο συγγραφέα, ανέβηκε στον θρόνο της Μακεδονίας ο Αρχέλαος, που αναδιοργάνωσε το κράτος, ενίσχυσε την κεντρική εξουσία, έκανε δρόμους και οχυρά και εκσυγχρόνισε τον στρατό. Ο ίδιος βασιλιάς οργάνωσε, κατά τον Διόδωρο και άλλους συγγραφείς, αγώνες αθλητικούς και σκηνικούς προς τιμήν του Ολυμπίου Διός και των Μουσών, διάρκειας εννέα ημερών. Στις θεατρικές παραστάσεις που ανέβηκαν στο Δίον, ασφαλώς θα περιλαμβάνονταν τα δράματα “Αρχέλαος” και “Βάκχες”, τα οποία συνέθεσε ο Ευριπίδης στα τελευταία χρόνια της ζωής του στη μακεδονική αυλή.
Ένας ακόμη αρχαίος συγγραφέας, ο Δίων ο Χρυσόστομος, αναφέρει ότι οι Φίλιππος και Αλέξανδρος πανηγύριζαν τις νίκες τους στο Δίον με μεγαλοπρεπείς θυσίες στο Δία και τις Μούσες και με τους αγώνες των Ολυμπίων. Εδώ γιόρτασε ο Φίλιππος Β’ την άλωση και καταστροφή της Ολύνθου, πρωτεύουσας της Χαλκιδικής Συμμαχίας.
Σύμφωνα με τον Διόδωρο ο Αλέξανδρος έκανε στην ιερή πόλη των μακεδόνων, την πανηγυρική ετοιμασία της μεγάλης εκστρατείας του, με λαμπρές θυσίες στον Ολύμπιο πατέρα, με αγώνες και με λαμπρές δεξιώσεις στην εκατοντάκλινη σκηνή του. Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς μιλούν για το αριστούργημα του Λυσίππου, που έγινε με εντολή του Αλέξανδρου και στήθηκε στο Δίον.
Παρίστανε τους 25 έφιππους εταίρους που έπεσαν στην μάχη του Γρανικού. Αργότερα, ο Μέτελλος μετέφερε τους χάλκινους ανδριάντες στη Ρώμη. Η ιδιαίτερη αγάπη του Αλεξάνδρου για το Δίον φαίνεται και από την επιθυμία του, που καταγράφηκε στη διαθήκη του, να χτιστεί εκεί ένας πολυτελής ναός του Διός.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Φιλίππου Ε΄ οι Αιτωλείς εισέβαλαν στην ιερή πόλη των Μακεδόνων. Ο στρατηγός Σκόπας ισοπέδωσε τα τείχη, τα σπίτια και το γυμνάσιο της πόλης, έκαψε τις στοές και τις άλλες εγκαταστάσεις στο τέμενος του Διός και σώριασε στο χώμα τα αγάλματα των Μακεδόνων βασιλέων. Η πόλη ανασυγκροτήθηκε και όταν το 169 π.Χ. ο ύπατος Μ. Φίλιππος την κατάλαβε, θαύμασε την οχύρωσή της, τα δημόσια κτήρια και το πλήθος των αγαλμάτων.
Αυτά μας πληροφορεί ο Τίτος Λίβιος, προσθέτοντας ότι ο Ρωμαίος ύπατος έδειξε μεγάλο σεβασμό απέναντι στο ιερό του Διός, φροντίζοντας προσωπικά για την προστασία του από τα χέρια των στρατιωτών.
Η τελευταία αναφορά στο Δίον χρονολογείται τον 10ο αι. μ.Χ. και γίνεται στο έργο του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου “Περί Θεμάτων”.
Από την αναγέννηση και μετά σημειώνεται στους χάρτες η θέση του με την ένδειξη Dium ή stadia (Σταδιά) που σημαίνει “Στο Δίον”.
Ίσως η πρώτη εγκατάσταση αποίκων (coloni) να συντελέστηκε το 43 π.Χ. και να οφείλεται σε ενέργειες του Βρούτου, είναι όμως βέβαιο ότι η μαζική μεταφορά Ρωμαίων στην πόλη και η ίδρυση της colonia είναι έργο του Αυγούστου, αμέσως μετά τη νίκη του στη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.). Παρά το γεγονός ότι τα λατινικά ήταν η επίσημη γλώσσα στο Δίον, οι ελληνικές επιγραφές υπερτερούν σε αριθμό και μαρτυρούν τόσο την υπεροχή του ντόπιου στοιχείου, όσο και τον ταχύ εξελληνισμό των Ρωμαίων κατοίκων της πόλης.
Κατά τα παλαιοχριστιανικά χρόνια, η πόλη συρρικνώνεται και την κεντρική της περιοχή καταλαμβάνει παλαιοχριστιανική βασιλική του τέλους του 4ου αι. μ.Χ. Τη μετάβαση στη νέα θρησκεία μαρτυρούν οι δύο βασιλικές που κτίστηκαν πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης και μία τρίτη έξω από τα τείχη της. Τον 4ο αι. μ.Χ., ο Επίσκοπος του Δίου συμμετέχει στη Σύνοδο της Σερδικής και τον 5ο αι. μ.Χ. στη Σύνοδο της Εφέσου. Θύμα της εισβολής των Οστρογότθων, το Δίον δε θα επουλώσει ποτέ τις πληγές του. Οι πλημμύρες του ποταμού Βαφύρα, οι σεισμοί και ο χρόνος θα καλύψουν με λήθη την πόλη που εγκαταλείφτηκε κατά τον 5ο αι. μ.Χ. Οι κάτοικοι της μετοίκησαν σε ασφαλέστερες περιοχές στους πρόποδες του Ολύμπου.
ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ
Η ανασκαφική έρευνα στο Δίον ξεκίνησε το 1928 από τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Γ. Σωτηριάδη, για να σταματήσει το 1931, αφού είχε επιτύχει να κατασκευαστεί το πρώτο κτίσμα για τη στέγαση των κινητών ευρημάτων. Έπειτα από διακοπή 30 χρόνων, η έρευνα στο χώρο άρχισε εκ νέου από τον καθηγητή Γ. Μπακαλάκη, με πρωταρχικό ανασκαφικό στόχο την αποκάλυψη του οχυρωματικού περιβόλου.
Η τρίτη ανασκαφική περίοδος εγκαινιάζεται το 1973 από τον Δ. Παντερμαλή και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Οι ανασκαφές συνεχίζονται έως σήμερα, εντός και εκτός της πόλης του Δίου. Βέβαιο είναι ότι η έρευνα θα πρέπει να συνεχιστεί για πολλά χρόνια ακόμα, προκειμένου να αποκαλυφτεί το σύνολο της αρχαίας πόλης και τα ιερά.
Αν και ο αρχαιολογικός χώρος του Δίου είναι αρκετά εκτεταμένος, η οργάνωσή του είναι σχεδόν υποδειγματική, καθώς προσφέρει στον επισκέπτη σαφείς διαδρομές για να περιηγηθεί ανάμεσα στα μνημεία.